Μπορεί θεωρητικά η σκέψη να εκτεθεί κάποιος μπροστά σε ένα κοινό και να μιλήσει να μην τον αφήνει να νιώσει άνετα, όμως είναι κάτι μπορεί στη τελική και να το κάνει. Αυτή η νευρικότητα και η ανασφάλεια για κάποιο ποσοστό πληθυσμού δεν είναι απλά άγχος, μα είναι ένα παραλυτικός φόβος που καθηλώνει το άτομο. Τότε ακριβώς μιλάμε για την κοινωνική φοβία, που είναι το άγχος που βιώνουν κάποια άτομα όταν βρεθούν στο επίκεντρο της προσοχής των άλλων. Φοβούνται πως θα κριθούν, θα σχολιασθούν, έχοντας συχνά την αίσθηση πως θα κάνουν κάποιο λάθος, πράγμα που θα τους εκθέσει στα μάτια των άλλων. Αυτή η φοβία επηρεάζει ολόκληρη τη ζωή κάποιου, μια που το άτομο εξελίσσει συχνά μια συμπεριφορά που αποβλέπει στην αποφυγή της οποιασδήποτε κατάστασης που του προκαλεί άγχος και που μπορεί δυνητικά να τον εκθέσει. Σταδιακά, αρχίζει να αποφεύγει ολοένα και περισσότερο τις κοινωνικές επαφές ή συνευρέσεις, η ζωή τους περιορίζεται δραματικά, ενώ το άγχος συνεχώς αυξάνεται και κάποιες φορές μπορεί να φτάσει να πάρει διαστάσεις κρίσεων πανικού ή άγχους. Όταν παρατηρείτε σε παιδιά, μπορεί να εκδηλωθεί με τη μορφή κλάματος, εκρήξεων οργής, πάγωμα από το φόβο ή διαμέσου μιας επίδειξης εξεζητημένης άνεσης και αυτοπεποίθησης. Η κοινωνική φοβία μπορεί να εκδηλωθεί ήδη από την παιδική κιόλας ηλικία, κυρίως παρατηρείτε σε συνάρτηση με το ξεκίνημα του σχολείου ή στην εφηβεία όπου οι απαιτήσεις πληθαίνουν. Στους εφήβους θα μπορούσε να αποτελέσει αιτία έναρξης χρήσης ναρκωτικών ουσιών και οινοπνεύματος ως μέσων αντιμετώπισης και καταστολής του έντονου άγχους που προκαλούν συγκεκριμένες καταστάσεις ή ακόμα και για παρηγοριά. Τόσο η προσωπική όσο και η εργασιακή ζωή του ατόμου με μια τέτοια φοβία, μπορεί να πληγεί και συνήθως τα άτομα αυτά, έχουν πολύ μεγαλύτερες προσδοκίες από τον εαυτό τους από αυτές που έχουν από τους άλλους. Ενώ μπορεί να παραβλέπουν ή και να δείχνουν κατανόηση για ανάλογες δυσκολίες άλλων, επι της ουσίας δυσκολεύονται να αποδεχθούν δικές τους αποτυχίες ή ματαιώσεις. Όπως συμβαίνει και με άλλου είδους φοβίες, πρόκειται για έναν υπερβολικό ή μη ρεαλιστικό φόβο που το άτομο, σε ένα επίπεδο, μπορεί να το γνωρίζει πολύ καλά, αδυνατεί όμως να το αντιμετωπίσει και να το περιορίσει. Ακριβώς για αυτό το λόγο μια θεραπευτική αντιμετώπιση κρίνεται απαραίτητη. Μπορεί να γίνει με φαρμακευτική αγωγή αν είναι να ανακουφιστεί άμεσα το άτομο ή να καταφύγει σε μια σειρά ψυχοθεραπευτικών συνεδριών. Ακόμα και ο συνδυασμός και των δύο δεν αποκλείεται, μια που σε πολλές περιπτώσεις αυτό είναι μια πιο ολοκληρωμένη συνδυαστικά προσέγγιση.
Είναι μια προσωπική υπόθεση η θεραπεία που ταιριάζει στον καθένα και αν και η επιλογή μπορεί να φαίνεται δύσκολη, μια δοκιμή και μια πρώτη επαφή θα σε βοηθήσει, αν το θελήσεις !
コメント